⚠️ σε αυτό το ιστολόγιο διαβάζεις ξεκούραστα, δίχως παράθυρα να πετάγονται αριστερά/δεξιά, ⛔δίχως διαφημίσεις.
Το μόνο που χρειάζεται να κάνεις είναι να διαβάσεις αυτό το μήνυμα.

Βοτανική Ορολογία :: Letter T

Letter T, t


tendril, ελικας, αναρριχητικό φυτό, ορισμός, βοτανικό λεξικό, γλωσσάρι, ορολογία
tendril: έλικας. Ο έλικας είναι ένας πολύ λεπτός - συχνά σπειροειδής - βλαστός (τροποποιημένος π.χ. από στέλεχος, φύλλο, φυλλαράκι ή στύλο) που χρησιμοποιείται από τα αναρριχητικά φυτά για να προσκολληθούν σε ένα αντικείμενο.

Βοτανική Ορολογία/Λεξικό/Γλωσσάρι/Φυσιολογία για ορχιδέες, παχύφυτα και εν γένει για καλλωπιστικά φυτά εσωτερικού χώρου


Πλοήγηση :: Όροι στα Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Πλοήγηση :: Ξενόγλωσσοι Όροι: A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
Για να βρείτε γρήγορα τον όρο αναζήτησης σε αυτήν τη σελίδα, πατήστε Ctrl + F ή ⌘-F (Mac) και χρησιμοποιήστε το πεδίο εύρεσης.

ενημέρωση: 13 Φεβρουαρίου 2021

Tanacetum [Αθάνατον]: ονομασία γένους ανθοφόρων φυτών στην οικογένεια Αστεροειδή με 138 - επί του παρόντος - καταγεγραμμένα είδη[18]. Ετυμολογία <ελλην. αθανασία: για τα άνθη που διαρκούν πολύ[19]>. Μοιάζουν πολύ με τα Χρυσάνθεμα και κάποια φυτά που ανήκαν πρώτα στο εν λόγω γένος μεταφέρθηκαν πλέον στο γένος Chrysanthemum. Καθώς και το αντίστροφο: φυτά που πρώτα ανήκαν στο γένος Chrysanthemum, μεταφέρθηκαν στο γένος Tanacetum. Βλέπε και για την τοξικότητα του εν λόγω γένους.

tassel, thyrse: θύσανος
tautonym: ταυτώνυμο
taxon (πληθυντικός taxa): ταξινομική βαθμίδα

tendrils [έλικες]: ο έλικας είναι ένας πολύ λεπτός - συχνά σπειροειδής - βλαστός (τροποποιημένος π.χ. από στέλεχος, φύλλο, φυλλαράκι ή στύλο) που χρησιμοποιείται από τα αναρριχητικά φυτά για να προσκολληθούν σε ένα αντικείμενο.

tenella, tenelli, tenellus [λεπτοφυής]: επιθετικός προσδιορισμός διαφόρων ειδών φυτών. Ετυμολογία: <λατιν. tĕnellus (τρυφερός, λεπτοφυής)[14, 15, 16]>. Βλέπε και Crassula 'Tenelli'.

tepals: τέπαλα

tetragona [τετράγωνη]: (1) για το τετράγωνο σχήμα των βολβών στη Bifrenaria tetragona· (2) για τη φυλλοταξία στην Crassula tetragona· (3) για τη νεύρωση των φύλλων στην Peperomia tetragona.

Thevetia [Τεβέτια]: ονομασία γένους ανθοφόρων φυτών στην οικογένεια Αποκυνοειδή με 3 - επί του παρόντος - καταγεγραμμένα είδη[20]. Ετυμολογία <προς τιμήν του Αντρέ ντε Τεβέ (André de Thevet, 1516-1590), προφορά: , Γάλλου φραγκισκανού ιερέα και εξερευνητή, ο οποίος εξερεύνησε τη Βραζιλία[21]>. Βλέπε και για την τοξικότητα του εν λόγω γένους.

thuretii [τουρετίι]: εσφαλμ. θουρετίι. Ονομασία είδους. Ετυμολογία: <η ονομασία δόθηκε για τον Γκουστάβε Αντόλφε Τουρέ (Gustave Adolphe Thuret, 23 May 1817 – 10 May 1875), αναγνωρισμένο Γάλλο βοτανολόγο και ιδρυτή της Jardin botanique de la Villa Thuret[1]. Βλέπε και Huernia thuretii.

Tillandsia [Τιλάντσια]: ονομασία γένους τροπικών ανθοφόρων φυτών στην οικογένεια των Βρομελιοειδών, με 624 - επί του παρόντος - καταγεγραμμένα είδη[17]. Ετυμολογία <η ονομασία δόθηκε από τον Κάρολο Λινναίο το 1738 προς τιμήν του Φινλανδού γιατρού και βοτανολόγου Ηλία Τίλαντς (Elias Tillands, 1640 - †1693)>. Βλέπε και Tillandsia stricta. Βλέπε και για την τοξικότητα του εν λόγω γένους.


Tinantia pringlei variegata: μια ιδιαίτερα όμορφη ποικιλία
με κίτρινο πανασέ φύλλωμα.

Tinantia [Τινάντια]: ονομασία γένους τροπικών φυτών στην οικογένεια Κομμελινοειδή με 13 - επί του παρόντος - καταγεγραμμένα είδη[23]. Ετυμολογία:<η ονομασία τιμά τον Φρανσουά Αύγουστο Τινάντ (François Auguste Tinant, ± 1803 – 1853) Λουξεμβουργιανό βοτανολόγο[24].

tipburn [καφέ άκρο στα φύλλα, κίτρινο άκρο στα φύλλα] (δεν είναι δυνατή η ακριβής μονολεκτική μεταγραφή στα Ελληνικά): το tipburn είναι μια φυσική ανεπάρκεια/ανωμαλία ενός φυτού το οποίο χαρακτηρίζεται κυρίως από κιτρίνισμα των άκρων των εσωτερικών φύλλων. Το φαινόμενο ωστόσο μπορεί να επεκταθεί και στα εξωτερικά φύλλα. Ωφέλιμο είναι να αποφύγουμε τυχόν συμπληρώματα υπερφωσφορικών που είτε είναι ενσωματωμένα στο υπόστρωμα (χώμα) με τη μορφή μικροσκοπικών σφαιριδίων, είτε ως συμπληρώματα σε οποιαδήποτε άλλη μορφή, επειδή περιέχουν φθορίδιο (φθόριο). Και το φθορίδιο είναι υπεύθυνο για το καφέτιασμα των άκρων στα φύλλα, το οποίο δύναται να οδηγήσει σταδιακά σε νέκρωση των φύλλων. Για τον ίδιο λόγο εννοείται ότι το νερό της βρύσης - το οποίο περιέχει επίσης φθόριο - πρέπει να αποφευχθεί, ιδιαιτέρως σε τροπικά φυλλοφόρα φυτά τα οποία έχουν μια ιδιαίτερη ευαισθησία και τείνουν να εμφανίζουν το φαινόμενο των καφέ άκρων στην απόληξη των φύλλων. Χρειάζεται προσοχή και άμεση αντιμετώπιση, καθώς το φαινόμενο δύναται να οδηγήσει σε βακτηριακή προσβολή και σάπισμα όλου του φυτού, εάν δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα.

tissue culture [ιστοκαλλιέργεια]. Για περισσότερα βλέπε: μικροπολλαπλασιασμός.

Titanopsis [Τιτανόψις]: ονομασία γένους νάνων παχύφυτων χειμερινής ανθοφορίας που απαντούν στις ερημικές περιοχές στη Ν. Αφρική και στη Ναμίμπια..Ετυμολογία: <τίτανος (η): (ασβέστης, γύψος, μαρμαρόσκονη) + όψις>[2, 3].  Η ονομασία δόθηκε προφανώς για την εμφάνισή τους επειδή μοιάζουν σαν μικρά μαρμάρινα γλυπτά. Βλέπε και: Titanopsis hugo-schlechteri. Βλέπε και για την τοξικότητα του εν λόγω γένους.

tomentosa, tomentosus [χνουδωτή, χνουδωτός]: αναφέρεται σε φυτό με χνουδωτά, βελούδινα, τριχωτά φύλλα[4, 5, 6]. Ετυμολογία <λατιν. tōmentōsus (παχύ χνούδι, πυκνό χνούδι)>. Βλέπε και Cotyledon tomentosa, Kalanchoe tomentosa.

tracheids: τραχεΐδες

Tradescantia [Τραντεσκάντια]: ονομασία γένους τροπικών φυτών στην οικογένεια Κομμελινοειδή με 83 - επί του παρόντος - καταγεγραμμένα είδη[22]. Ετυμολογία:<η ονομασία τιμά τον Βρετανό φυσιοδίφη Τζον Τράντεσκαντ τον γηραιότερο (John Tradescant the Elder, ± 1570 – 1638) και κηπουρό του Βασιλιά Κάρολου του Α' της Αγγλίας, ο οποίος το ανακάλυψε και το κατονόμασε[7, 8]. Ετυμολογία: Τραντεσκάντια (Τραδεσκάντια - συγκεκριμένα Τραδεσκαντία - αναφέρεται ως η ελληνοποιημένη μεταγραφή του ονόματος του John Tradescant στο Εικονογραφημένον Βοτανικόν - Φυτολογικόν Λεξικόν του Δημήτριου Σ. Καββαδά. Αλλά δεν ξέρω μέχρι ποιο σημείο μπορούμε να εξελληνοποιήσουμε αυτή τη λέξη/όνομα. Γενικώς δεν πιστεύω πως η εξελληνοποίηση επώνυμων ονομάτων είναι αποδεκτή. Στην ίδια σελίδα μάλιστα και λίγο πιο κάτω, μεταγράφει ο συγγραφέας την οικογένεια Commelinaceae ως 'Κομμελινίδαι' (Κομμελινίδες), ενώ γνωρίζουμε ότι η κατάληξη -aceae μεταγράφεται ως -οειδή. Συνεπώς το ορθό είναι: Κομμελινοειδή. Υπάρχουν και αλλού παραδείγματα προσπάθειας μεταγραφής στην ελληνική γλώσσα. Για παράδειγμα, και η ονομασία της πολιτείας Georgia στις ΗΠΑ μεταγράφεται ως Τζόρτζια στα ελληνικά και όχι ως Γεωργία. Όπως και πλήθος παρόμοιων μεταγραφών στην ελληνική γλώσσα. Εάν το διαβάζει κανείς αυτό και έχει κάτι ουσιαστικό να προσθέσει, ας σχολιάσει κάτω στα σχόλια (με επιχειρήματα παρακαλώ για να έχουμε όλοι μια ολοκληρωμένη εικόνα). Βλέπε και τα είδη: Tradescantia fluminensis, Tradescantia fluminensis 'Lilac', Tradescantia fluminensis 'Yellow Hill', Tradescantia pallida 'Purpurea', Tradescantia spathacea, Tradescantia spathacea 'Dwarf Tricolor', Tradescantia spathacea 'Tricolor', Tradescantia zebrina. Βλέπε και για την τοξικότητα του εν λόγω γένους.

trailer, trailing (stem) [συρόμενος βλαστός]: αναφέρεται σε φυτό με ανάπτυξη η οποία στρέφεται ελαφρώς προς το έδαφος ή  ως κρεμαστή κληματίδα (trailing vine) της οποίας οι βλαστοί αναπτύσσονται προς τα κάτω[2]. Είναι ένα ασθενές στέλεχος που απλώνεται πάνω από την επιφάνεια του εδάφους χωρίς να ριζοβολά στα γόνατα. Βλέπε και το άρθρο: Στέλεχος φυτού: χαρακτηριστικά και διαφορετικοί τύποι.

transpiration: διαπνοή

Trebie [Τρεβία]: ονομασία καλλιεργούμενης ποικιλίας του Φιλόδεντρου Philodendron hederaceum var. hederaceum 'Trebie' (γνωστότερο συνηθέστερα με το παλαιό του διώνυμο: Philodendron scandens 'Trebie'. Ετυμολογία: <γαλλ. la Trébie: ο ποταμός Τρεβίας στην Ιταλία (αγγλ. Trebia/Trebbia)>. Βλέπε και Scindapsus pictus 'Trebie'.

Trichocereeae: Τριχοκερέες
Trichocereus: Τριχοκέρεος
trichomesτρίχωμα, τρίχες

tricolor [τρίχρωμος, -ο, -η, -το]: αναφέρεται στην τριχρωμία κάποιου μέρους του φυτού, συχνότερα του φυλλώματος. Ετυμολογία: <λατιν. trēs (τρία) + λατιν. cŏlŏr (χρώμα)[10, 11]>. Βλέπε και: quadricolor και αναρτήσεις με την ετικέτα tricolor.

trifasciata [τρίζωνη]: που φέρει τρεις ζώνες· αναφέρεται στην τριχρωμία των φύλλων. Ετυμολογία: <λατιν. trēs (τρία) + λατιν. fascĭo (περιτυλίγω με ταινίες, σκεπάζω)[10, 12]>. Βλέπε και Sansevieria trifasciata 'Golden Hahnii'.

trivalve, trivalvar, three-valved: τρίλοβο. Που φέρει τρεις λοβούς. Ετυμολογία: <λατιν. trēs (τρία) + λατιν. valva ([συνήθως στον πληθ.] διπλή ή πτυσσόμενη πόρτα)[10, 13]>. Βλέπε και: bivalve.

tuber, tubercle: κόνδυλος. Βλέπε και το άρθρο: Στέλεχος φυτού: χαρακτηριστικά και διαφορετικοί τύποι.
tubercle: φυμάτιο, κόνδυλος, βολβός
tuft: θύσανος

twiner [συστρεφόμενος αναρριχητικός βλαστός]: είναι ένα αδύναμο, μακρύ και λεπτό στέλεχος που σκαρφαλώνει τυλίγοντας το σώμα του γύρω από μια υποστηρικτική επιφάνεια. Παράδειγμα: Convolvulus. Βλέπε και το άρθρο: Στέλεχος φυτού: χαρακτηριστικά και διαφορετικοί τύποι.


__________
Παραπομπές

1. huernia.com: Huernia thuretii
2. wikipedia: Titanopsis
3. academic dictionaries and encyclopedias: τίτανος
4. Εικονογραφημένον Βοτανικόν - Φυτολογικόν Λεξικόν: Τόμος Ε΄
5. wikipedia: tomentosa etymology
6. photomazza.com: tomentosus
7. Etymological Dictionary of Succulent Plant Names - Urs Eggli, Leonard E. Newton
8. wikipedia: John Tradescant the Elder
9. reverso dictionary: trailing plant
10. Online Latin Dictionary: tres
11. Online Latin Dictionary: color
12. Online Latin Dictionary: fascio
13. Online Latin Dictionary: valva
14. Φιλολογικός Σύλλογος Παρνασσός - Επετηρίς, σελ. 293 [PDF]
15. Latin for Gardeners - Lorraine Harrison, σελ. 201
16. Online Latin Dictionary: tenellus
17. POWO: γένος Tillandsia
18. POWO: γένος Tanacetum
19. dictionary: Tanacetum etymology
20. POWO: γένος Thevetia
21. wikipedia: thevetia etymology
22. POWO: γένος Tradescantia
23. POWO: γένος Tinantia
24. Plant Names Simplified: Their Pronunciation, Derivation and Meaning (3rd Edition) - A.T. Johnson, H.A. Smith, A. Stockdale
.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου