⚠️ σε αυτό το ιστολόγιο διαβάζεις ξεκούραστα, δίχως παράθυρα να πετάγονται αριστερά/δεξιά, ⛔δίχως διαφημίσεις.
Το μόνο που χρειάζεται να κάνεις είναι να διαβάσεις αυτό το μήνυμα.

Βοτανική Ορολογία :: Γράμμα Φι

Γράμμα Φι (Φ, φ)


φυλλοταξία ορισμός ετυμολογία, φυλλόταξη, ταξιφυλλία
Φυλλοταξία: (α): εναλλασσόμενη· (β, γ): αντίθετη· (δ): σπονδυλωτή


Βοτανική Ορολογία/Λεξικό/Γλωσσάρι/Φυσιολογία για ορχιδέες, παχύφυτα και εν γένει για καλλωπιστικά φυτά εσωτερικού χώρου


Πλοήγηση :: Όροι στα Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Πλοήγηση :: Ξενόγλωσσοι Όροι: A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
Για να βρείτε γρήγορα τον όρο αναζήτησης σε αυτήν τη σελίδα, πατήστε Ctrl + F ή ⌘-F (Mac) και χρησιμοποιήστε το πεδίο εύρεσης.

ενημέρωση: 7 Νοεμβρίου 2019

φαινολογία [phenology]: επιστημονικός κλάδος που μελετά την εξάρτηση των διάφορων βιολογικών φαινομένων των φυτών (ανάπτυξη, άνθηση κτλ.) από το περιβάλλον (κλιματολογικές συνθήκες)[1].

φελλός (φλοιός) [cork bark]: τον φλοιό φελλού ή όπως αποκαλούμε και σκέτα, φελλό, τον χρησιμοποιούμε για να στερεώσουμε τα γυμνόριζα φυτά.

φιντάνι, αρτίβλαστο, φυτάριο [seedling, plantlet]: ο νεαρός βλαστός· το φυτό που μπορεί να μεταφυτευτεί[2].

φλοιός [cortex]: προστατευτικός ιστός που αντικαθιστά την επιδερμίδα ως εξωτερικό κυτταρικό τοίχωμα στα φυτά με δευτερογενή αύξηση. Ο φλοιός συντίθεται από πολυάριθμα λίγο πολύ ισοδιαμετρικά κύτταρα, τα οποία διατάσσονται σε ακτινικές σειρές και τα οποία φέρουν παχύ, κηρώδες κυτταρικό τοίχωμα[3].

φόβη ή σύνθετος βότρυς [panicle]: σύνθετος βότρυς με πλευρικές διακλαδώσεις[3].

φολιδωτό φύλλο: scale leaf

φυλή, φύλο [phylum]: ταξινομική μονάδα που χρησιμοποιείται πολλές φορές αντί της μορφής, καθώς επίσης αντί του οικότυπου, υποδηλώνοντας έτσι μία κατηγορία μεταξύ υποείδους και ποικιλίας. Οι φυλές ή φύλα συχνά εμφανίζουν ομοιομορφία στις οικολογικές, φυσιολογικές απαιτήσεις και στη γεωγραφική κατανομή[3].

φύλλα αντίθετα: διάταξη φύλλων με δυο φύλλα σε κάθε γόνατο. Τα φύλλα με αυτή τη διάταξη μπορεί να είναι σταυρωτά αντίθετα ή δίσειρα (σε δύο αντίθετες σειρές)[3].

φύλλα εναλλασσόμενα: διάταξη φύλλων με ένα φύλλο σε κάθε γόνατο. Τα περισσότερα φυτά χαρακτηρίζονται από αυτή τη διάταξη, η οποία μπορεί να είναι σπειροειδής ή δίσειρη[3].

φύλλα σπονδυλωτά: διάταξη φύλλων με περισσότερα από δύο φύλλα σε κάθε γόνατο[3].

φυλλάρια: επιμέρους ελάσματα των σύνθετων φύλλων που προσφύονται στη ράχη αυτών των φύλλων. Ξυλώδη πολυετή φυτά που ρίχνουν το φύλλωμα τους κατά τη διάρκεια του χειμώνα ή κατά την περίοδο ξηρασίας[3].

φύλλο [leaf]: θεμελιώδες φυτικό όργανο που αναπτύσσεται στα γόνατα των υπέργειων βλαστών και που αποτελείται από το έλασμα και το μίσχο. Το φύλλο στη τυπική του μορφή εξυπηρετεί -λειτουργικά κυρίως- τις διαδικασίες της φωτοσύνθεσης και διαπνοής[3].

φυλλοβόλο [hardwood]: φυτό που ρίχνει τα φύλλα του κάποια περίοδο του έτους π.χ. αμυγδαλιά, κουτσουπιά, πλάτανος.

φυλλοκλάδιο [phylloclade]: (πληθυντικός φυλλοκλάδια - phylloclades). Ένα πεπλατυσμένο στέλεχος, ένας τύπος κλαδώδιου που μοιάζει με φύλλο[4]. Βλέπε και το σχετικό λήμμα κλαδώδιο. Η διαφορά ανάμεσα στα δυο είναι ότι το κλαδώδιο είναι το στέλεχος και όχι ο βλαστός (κλαδί) του φυτού. Και έχει τροποποιηθεί ως φύλλο για να επιτελεί φωτοσύνθεση[5].

φυλλόταξη: φυλλοταξία

φυλλοταξία [phyllotaxy]: η διάταξη των φύλλων στον βλαστό ενός φυτού, η οποία είναι σταθερή και ορισμένη για κάθε είδος. Ετυμολογία: φύλλο + τάξις.

φυλλοφόρο μόσχευμα: ένα μόσχευμα βλαστού που φέρει φύλλα. Διαφέρει από το μόσχευμα φύλλου (leaf cutting), το οποίο είναι μόσχευμα από φύλλο, δίχως βλαστό. Οι όροι μπορεί συχνά να συγχέονται, καθώς ένα μόσχευμα φύλλου από ένα παχύφυτο είναι στην ουσία μόσχευμα ενός φυλλοκλάδιου, ο οποίος είναι ένας εξελιγμένος βλαστός με δυνατότητα φωτοσύνθεσης.

φυλλοφόρο φυτό [foliage plant]: κάθε φυτό το οποίο καλλιεργείται κυρίως για το πλούσιο και - συχνά - εντυπωσιακό φύλλωμά του. Παραδείγματα αυτών των φυτών περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τα φυτά: Aglaonema, Chlorophytum, Dracaena, Epipremnum, Gynoura, Philodendron.

φυλλόχωμα [leaf mold compost]: το φυλλόχωμα είναι αυτό ακριβώς που υποδηλώνει η λέξη, είναι χώμα που αποτελείται από φύλλα. Συγκεκριμένα είναι η διαδικασία κομποστοποίησης των αποσυντεθειμένων φύλλων σε μήκος χρόνου (από 6 έως 18 μήνες). Το φυλλόχωμα έχει σκούρο καφέ έως μαύρο χρώμα, με ένα ευχάριστο γήινο άρωμα και εύθρυπτη υφή, όπως κάθε άλλο οργανικό λίπασμα. Στην πραγματικότητα, το φυλλόχωμα είναι ακριβώς αυτό: κομποστοποιημένα φύλλα.

φυτό πάγου: ice plant

φυτογραφία [phytography]: η φυτογραφία αποτελεί ιδιαίτερο κλάδο της Βοτανικής της οποίας κύριο αντικείμενο μελέτης είναι η γενική περιγραφή των φυτών (εξωτερική μορφολογία). Προκειμένου όμως μια φυτογραφία να είναι πλήρης θα πρέπει να περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια, χρησιμοποιώντας την κατάλληλη επιστημονική ορολογία, (παράλληλα με τη κοινή ονομασία), τόσο το υπέργειο τμήμα ενός φυτού όσο και το υπόγειο τμήμα του. Ιδιαίτερα δε τα όργανα πολλαπλασιασμού όπως τα άνθη, τα σπέρματα, οι κόνδυλοι, τα ριζώματα κλπ. που θα πρέπει να περιγράφονται καθ΄ όλο το στάδιο της πλήρους ανάπτυξης αυτού.

φυτοδερματίτιδα [phytodermatitis]: η φυτοδερματίτιδα είναι ένα αλλεργικό έκζεμα που προκαλείται σε ορισμένα άτομα έπειτα από την επαφή τους με συγκεκριμένα φυτά. Συγκεκριμένα, τα χημικά συστατικά ορισμένων φυτών δύνανται να προκαλέσουν την εν λόγω φυτοδερματίτιδα σε άτομα με υπερευαισθησία σε αλλεργίες. Εκδηλώνεται με κοκκινίλα, ερυθηματώδεις κηλίδες, φυσαλίδες, περιοχές νέκρωσης. αντιμετωπίζεται συνήθως με κορτιζονούχες αλοιφές.

φυτοεξυγίανση [phytoremediation]: η φυτοεξυγίανση ή ριζοφιλτράρισμα ή βιοθεραπεία εδάφους - λιγότερο δόκιμος ο όρος φυτοθεραπεία - είναι η άμεση χρήση των ζωντανών φυτών στο φυσικό τους ενδιαίτημα, για την απομάκρυνση, αποδόμηση ή περιορισμό προσμείξεων σε εδάφη, ιλύες, ιζήματα, σε επιφανειακά και υπόγεια ύδατα[6]. Παράδειγμα φυτών εσωτερικού χώρου με αυτή την ιδιότητα περιλαμβάνουν το Χλωρόφυτο το εύκομο (Chlorophytum comosum), το Χλωρόφυτο το λάσκο (Chlorophytum laxum), τη Χόγια τη σαρκώδη (Hoya carnosa) και το φυτό Τηλέγραφος (Tradescantia pallida). Βλέπε και το άρθρο: Η μικροβιοκοινότητα της ριζόσφαιρας: η υγεία των φυτών για την ευημερία των ανθρώπων.

φυτοθεραπεία: βοτανοθεραπεία

φυτοκόμος [horticulturist (horticulturalist αρχαϊκό)]: ειδικός που ασχολείται με την επιστημονική καλλιέργεια των φυτών. Ετυμολογία: <ελλην. φυτό + κόμος (β' συνθετικό πολλών συνθέτων τής Αρχαίας και Νέας Ελληνικής που προέρχεται από το ρ. κομῶ, -έω «περιποιούμαι, φροντίζω», που απαντά μόνο στην Αρχαία Ελληνική. Συνώνυμα: κηπολόγος, κηπουρός.

φυτόχωμα [plant soil, potting soil]: το μείγμα χώματος/υποστρώματος που χρησιμοποιείται στην κηπουρική, το μείγμα χώματος (το υπόστρωμα) για φυτά. Είναι ένας όρος ομπρέλα που μπορεί να αναφέρεται σε πολλά και διάφορα μείγματα υποστρώματος για φυτά.

φωτόφιλο ή φωτόφυτο [photophilous]: είδος απαιτητικό σε φως που έχει ανάγκη όλου του ημερήσιου φωτός και που αντέχει σε ελαφρά μόνο σκίαση. Τα φωτόφυτα σε μεγάλη ηλικία δεν σχηματίζουν «σκιόφυλλα», η κόμη τους είναι αρκετά αραιή και δεν επιφέρουν ισχυρή σκίαση[3].


__________
Παραπομπές

1. λεξικό τριανταφυλλίδη: φαινολογία
2. βικιλεξικό: φιντάνι
3. botany.gr: ορολογία Σ - Ω
4. Organography of Plants, Especially of the Archegoniatae and Spermaphyta, Karl Goebel
5. socratic.org: difference between a cladode and a phylloclade
6. UNEP.org: Phytoremediation: An Environmentally Sound Technology for Pollution Prevention, Control and Remediation
.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου