⚠️ σε αυτό το ιστολόγιο διαβάζεις ξεκούραστα, δίχως παράθυρα να πετάγονται αριστερά/δεξιά, ⛔δίχως διαφημίσεις.
Το μόνο που χρειάζεται να κάνεις είναι να διαβάσεις αυτό το μήνυμα.

Βοτανική Ορολογία :: Γράμμα Σίγμα

Γράμμα Σίγμα (Σ, σ)


μορφολογία ανατομία φυτού φυτό φύλλο άνθος οφθαλμός μπουμπούκι μασχαλιαίος οφθαλμός μεσογονάτιο διάστημα παρακλάδι κόμβος φύλλου κοτσάνι μίσχος βλαστός βλαστάρι κοτυληδόνα ρίζα σύστημα ριζών
Μορφολογία των τμημάτων ενός φυτού


Βοτανική Ορολογία/Λεξικό/Γλωσσάρι/Φυσιολογία για ορχιδέες, παχύφυτα και εν γένει για καλλωπιστικά φυτά εσωτερικού χώρου


Πλοήγηση :: Όροι στα Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Πλοήγηση :: Ξενόγλωσσοι Όροι: A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
Για να βρείτε γρήγορα τον όρο αναζήτησης σε αυτήν τη σελίδα, πατήστε Ctrl + F ή ⌘-F (Mac) και χρησιμοποιήστε το πεδίο εύρεσης.

ενημέρωση: 31 Οκτωβρίου 2019

σακοειδή (άνθη) [calceolate/saccate]: συμπέταλα άνθη σε σακοειδή μορφή. Παραδείγματα: Calceolaria sp., Cypripedium sp.[1]

Σαξιφράγα (και Σαξιφράγκα) [Saxifraga]: ονομασία γένους αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών που ανήκουν στην οικογένεια Σαξιφραγοειδή της τάξης Σαξιφραγώδη, με 461 - επί του παρόντος - καταγεγραμμένα είδη, από τα οποία 18 απαντούν στην Ελλάδα[15]. Ετυμολογία: < λατ. saxĭfrăgus (saxum «πέτρα» + frango «σπάζω»). Τα φυτά αυτά ονομάστηκαν έτσι λόγω τού ότι φυτρώνουν στις ρωγμές των βράχων[2]. Βλέπε και Saxifraga stolonifera 'Tricolor'.

Σαξιφραγοειδή [Saxifragaceae]: οικογένεια τροπικών παχύφυτων φυτών με 856 καταγεγραμμένα είδη επί του παρόντος. Ετυμολογία: < λατ. saxifraga (herba), θηλ. του επιθ. saxifragus (< saxum «πέτρα» + frango «σπάζω»). Τα φυτά αυτά ονομάστηκαν έτσι λόγω τού ότι φυτρώνουν στις ρωγμές των βράχων[2]. Ανάλυση μεταγραφής στα ελληνικά: από τον πίνακα μεταγραφής γνωρίζουμε ότι η κατάληξη -aceae σημαίνει -οειδή. Βλέπε και Saxifraga stolonifera 'Tricolor'.

σαπωνίνες [saponins]: οι σαπωνίνες είναι φυτοχημικά που βρίσκονται σε πολλά βότανα και τις περισσότερες φορές δεν ενεργούν άμεσα στον ανθρώπινο οργανισμό, αλλά σαν πρώτες ύλες για να συνθέσει τις κατάλληλες ενώσεις. Εκτός από τις απορρυπαντικές ιδιότητες, μελέτες δείχνουν τα ευεργετικά οφέλη στα επίπεδα χοληστερόλης στο αίμα, στον καρκίνο, στην υγεία των οστών, και στην διέγερση του ανοσοποιητικού συστήματος. Οι σαπωνίνες δεσμεύονται με τα χολικά άλατα και την χοληστερόλη στον εντερικό σωλήνα.  Τα χολικά άλατα δημιουργούν μικρά μικύλλια με την χοληστερόλη διευκολύνοντας την απορρόφηση της.  Οι σαπωνίνες προκαλούν την μείωση της χοληστερόλης αίματος αποτρέποντας την επαναπορρόφησή της. Μελέτες δείχνουν ότι οι σαπωνίνες έχουν αντι-νεοπλασματικές και αντι-μεταλλαξιογόνες ιδιότητες και μπορούν να μειώσουν τις πιθανότητες καρκίνου αποτρέποντας την ανάπτυξη των καρκινικών κυττάρων. Ακόμα, έχουν αντιοξειδωτικές και αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες. Η διοσγενίνη που υπάρχει στην Διοσκορία (Dioscorea villosa) μοιάζει πολύ με την κορτιζόνη που είναι ισχυρό αντιφλεγμονώδες. Άλλες παρουσιάζουν αποχρεμπτική δράση μέσα από ένα ανακλαστικό του ανώτερου αναπνευστικού συστήματος. Οι σαπωνίνες βρίσκονται στα περισσότερα λαχανικά, φασόλια, και βότανα.

σέπαλα [sepals]: μεταμορφωμένα φύλλα που αποτελούν βασικά δομικά, μη αναπαραγωγικά στοιχεία του άνθους των αγγειόσπερμων. Τα σέπαλα είναι συνήθως πράσινα, συχνά τριχωτά ή αδενώδη και βρίσκονται σε δακτύλιο κάτω από εκείνων των πετάλων[3].

σκιάδιο [umbel]: ταξιανθία που φέρει κεντρικό άξονα, από την κορυφή του οποίου εκφύονται ποδισκοφόρα άνθη. Τα άνθη αυτά έχουν ισομεγέθεις ποδίσκους[3, 1]. Παράδειγμα: Hoya carnosa.

σκιάδιο, σύνθετο [compound umbel]: κεντρικός μίσχος, στο άκρο του οποίου φύονται πολλές ταξιανθίες τύπου σκιαδίου[1].

σκιανθεκτικό [shade-tolerant]: είναι ένας σχετικός όρος, μια σύνθετη, πολύπλευρη ιδιότητα των φυτών, δεν είναι μια ενιαία μεταβλητή ή  ένας όρος που μπορεί να καλύψει όλα τα φυτά ενός γένους και είδους. Διαφορετικά είδη φυτών εμφανίζουν διαφορετικές προσαρμογές στη σκιά. Στην πραγματικότητα, ένα συγκεκριμένο φυτό μπορεί να παρουσιάσει ποικίλους βαθμούς ανοχής στη σκιά, ή ακόμη και να αποζητά περισσότερο φως, ανάλογα με το ιστορικό ή το στάδιο της ανάπτυξής του[4]. Παράδειγμα: Kalanchoe delagoensis. Διαφέρει από το σκιόφυτο (βλέπε το εν λόγω λήμμα).

σκιόφιλο ή σκιόφυτο [shade-loving, sciophilus]: το σκιόφυτο έχει ανάγκη από τη σκιά για να αναπτυχθεί σωστά, σε αντίθεση με άλλα φυτά τα οποία τελικώς θα πέθαιναν σε συνεχή έκθεση στη σκιά[3, 4]. Διαφέρει από το σκιανθεκτικό (βλέπε το εν λόγω λήμμα).

σκωρίαση [rust]: μύκητας που προσβάλει τα φυτά και εξαπλώνεται με σπόρια μέσω ανέμου. Πήρε το όνομά του από την εμφάνισή του η οποία μοιάζει με σκουριά (σκωρία).

σμήριγγες [awns]: ακανθοειδείς τρίχες που φέρουν συνήθως αγκιστροειδή κορυφή[3].

σπάδιξ, σπάδικας [spadix]: παχυσμένος κεντρικός μίσχος, περιμετρικά του οποίου σχηματίζονται τα άνθη[1].

σπάδιξ σύνθετος, σπάδικας σύνθετος [compound spadix]: ο σύνθετος σπάδιξ σχηματίζεται όταν ο άξονας ενός σπάδικα διακλαδίζεται όπως στον κοκοφοίνικα και σε πολλούς άλλους φοίνικες. Συνήθως το σύνολο καλύπτεται από μια άκαμπτη σπάθη σε σχήμα βάρκας αλλά μερικοί φοίνικες μπορεί να έχουν μικρότερες σπάθες ή σπαθίλια (spathellae) για ξεχωριστά τμήματα του σπάδικα[5].


σπάθη [spathe]: ένα ευμεγέθες βράκτιο που περικλείει μια ταξιανθία[6]. Παράδειγμα: τα άνθη της Τραντεσκάντια της σπαθοειδούς. Χρησιμοποιείται επίσης και το επίθετο: spathaceous για να περιγράψει τα φυτά με τα ιδιαίτερα αυτά βράκτια.


σπονδυλωτή ταξιανθία [verticillaster inflorescence], λήμμα, ορισμός, βοτανική ορολογία, λεξικό,

σπονδυλωτή (ταξιανθία) [verticillaster]: τα άνθη αναπτύσσονται κατά μήκος του μίσχου σε τακτά διαστήματα και ανά ζεύγη, με τρόπο που δίνει την εντύπωση κυκλοτερούς διάταξής τους. Χαρακτηριστική της οικογένειας των Χειλανθών (Lamiaceae). Παράδειγμα: Monarda didyma[1].

σπορόφυτο [seed plant]: φυτό που προέρχεται από σπόρο. ΑΝΤ. άσπορο.

Σταπελιοειδή [Stapeliae]: τα γένη των φυτών στη φυλή των Σταπελιοειδών είναι τα περισσότερα βλαστοπαχύφυτα. Αν και δεν είναι στενά συνδεδεμένα με κάκτους, πολλά από αυτά μοιάζουν με κάκτους, ως αποτέλεσμα της συγκλίνουσας εξέλιξης. Τα στελέχη των Σταπελιοειδών έχουν συχνά σχήμα γωνιώδες, ως επί το πλείστον τετράγωνο σε διατομή, με 4, 5, 6 γωνίες αλλά σε ορισμένα είδη, όπως στα είδη Hoodia βρίσκουμε περισσότερες από τριάντα γωνίες. Σε μέγεθος κυμαίνονται από λιγότερο από 2,5 εκ. έως πάνω από 2 μ. σε μήκος. Τα φύλλα είναι στα περισσότερα είδη μειωμένα και μόλις ορατά, μερικές φορές είναι σκληρυμένα και ακανθώδη, που καταλήγουν σε μικρά εξογκώματα. Ορισμένα είδη, ωστόσο, εξακολουθούν να έχουν εμφανή φύλλα, κυρίως το ινδικό είδος Frerea indica, και ορισμένα μέλη του Tridentea. Τα Σταπελιοειδή είναι πιο άφθονα σε ζεστά, ξηρά κλίματα[7]. Πολλά σταπελιοειδή που προηγουμένως είχαν καταγραφεί στα γένη: Angolluma, Boucerosia, Brachystelma, Caralluma, Gonostemon, Hoodia, Orbea, Pachycymbium, Piaranthus, StapeliaStultitia κ. α. έχουν μεταφερθεί στο γένος Ceropegia. Η νέα αυτή πρόταση ωστόσο του Peter Bruyns δεν έχει γίνει ευρέως αποδεκτή από τις περισσότερες μεγάλες βάσεις δεδομένων στην ταξινομία των φυτών, όπως WCSP, IPNI , Kew κ.α.[8].

στάχυς [spike]: ταξιανθία με ένα κεντρικό άξονα, ο οποίος φέρει σχεδόν απόδισκα άνθη[3]. Πληθυντικός: στάχυα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ανθοφορία των φυτών Peperomia spp.

στάχυς, σύνθετος [compound spike]: μίσχος, στα πλάγια του οποίου φύονται ταξιανθίες τύπου στάχυ[1].

στέλεχος [stem, stalk]: το υπέργειο κύριο στέλεχος ενός φυτού. Συνώνυμα: μίσχος.

στέλεχος, χωρίς [acaulescent, acaulus, stemless]: άκαυλος.

στεφάνη (άνθους) [corolla]: το σύνολο των πετάλων που αποτελεί τον εσωτερικό δακτύλιο του περιανθίου[3].

στήλη [stele]: σε ένα αγγειακό φυτό, η στήλη είναι το κεντρικό τμήμα της ρίζας ή του στελέχους που περιέχει τους ιστούς που προέρχονται από το προκάμβιο.

στήμονας [stamen]: αρσενικό αναπαραγωγικό όργανο των σπερματόφυτων Ο στήμονας αποτελείται συνήθως από τον ανθήρα και το στύλο[3].

στήμονες επιπετάλιοι: στήμονες που εκφύονται από τα πέταλα[3].

στημονώδη [staminodes]: οι άγονοι μεταμορφωμένοι στήμονες[3].

στίγμα [stigma]: η κορυφή του καρπόφυλλου που δέχεται τη γύρη κατά την επικονίαση[3].

στόλωνες [stolons]: βλαστοί λεπτοί και εύκαμπτοι που όταν αγγίζουν στο έδαφος ριζώνουν και επίσης αναπτύσσουν παράφυτα στο άκρο τους. Αναπτύσσονται τόσο από αναρριχώμενα φυτά όσο και από άλλα, όπως π.χ. η φράουλα (πόα), η Σαξιφράγα η στολωνιφέρα, όπως και από αναρριχώμενα φυτά: Ceropegia simoneae[10].

στόματα [stomata]: πόροι της επιδερμίδας των υπέργειων μερών των φυτών που υποβοηθούν στην ανταλλαγή αερίων ανάμεσα στους εσωτερικούς ιστούς και το περιβάλλον. Πρόκειται για ζεύγος επιδερμικών κυττάρων που συνδέονται με τέτοιο τρόπο, ώστε να αφήνουν μεταξύ τους ένα σχιζογενή μεσοκυττάριο χώρο (πόρο), που αποτελεί την οδό προς τo εσωτερικό του οργάνου[3].

στύλος [style]: το άγονο τμήμα του καρπόφυλλου μεταξύ της ωοθήκης και του στίγματος[3].

συγκάρπιο [multiple fruit]: το συγκάρπιο, σε αντίθεση με τους απλούς και σύνθετους καρπούς, προέρχεται από ταξιανθία, σε κάθε άνθος της οποίας υπάρχει ένα γυναίκειο[3].

συγκόμωση: ο τρόπος με τον οποίο παρατίθενται οι κόμες των δέντρων μιας συστάδας καθώς και ο βαθμός σκίασης του εδάφους[3].

συμπέταλα (άνθη): άνθη με πέταλα μερικώς ή πλήρως συμφυόμενα. Τα συμπέταλα άνθη χωρίζονται περαιτέρω στους ακόλουθους τύπους: πληκτροφόρα, καμπανουλοειδή, σωληνοειδή, χοανοειδή, υποκρατηρόμορφα, σε σχήμα υδρίας, δίχειλα, δίχειλα με υπερώο, με παραστεφάνη/κορώνα, τροχοειδή, με καλύπτρα, γλωσσοειδή, σακοειδή[1].

συμποδιακή (ανάπτυξη) [sympodial (growth)]: ένας τρόπος ανάπτυξης του φυτού στον οποίο ο κύριος άξονας (κύριο στέλεχος) τερματίζεται επανειλημμένα και αντικαθίσταται με έναν πλευρικό κλάδο. Παράδειγμα: Dendrobium 'Berry Oda'. Αντίθ.: μονοποδιακή.

Σύνθετα [Compositae]: οικογένεια φυτών. Μαζί με τα Αστεροειδή (Asteraceae) τα Σύνθετα είναι μια από τις μεγαλύτερες οικογένειες αγγειόσπερμων. Προς το παρόν, η οικογένεια περιλαμβάνει περισσότερα από 23.000 είδη δεκτά στην επιστημονική κοινότητα, κατανεμημένα σε 1.620 γένη και 12 υποοικογένειες[11].

σύνθετο είδος [species complex]: στη βιολογία, ένα σύνθετο είδος είναι μια ομάδα στενά συγγενικών ειδών που είναι πολύ παρόμοια στην εμφάνιση έως το σημείο που τα όρια μεταξύ τους είναι συχνά ασαφή. Οι όροι μερικές φορές χρησιμοποιούνται συνωνύμως αλλά με πιο ακριβείς έννοιες είναι οι εξής:
cryptic species (αινιγματικά είδη) για δύο ή περισσότερα είδη κρυμμένα κάτω από το όνομα ενός είδους
sibling species (αδελφικά είδη) για δύο αινιγματικά είδη που συγγενεύουν πλησιέστερα μεταξύ τους
species flock (συρρέοντα είδη) για μια ομάδα στενά συγγενικών ειδών που ζουν στην ίδια περιοχή.
Καθώς και άτυπες ταξινομικές βαθμίδες, species group (ομάδα ειδών)species aggregate (συσσωμάτωμα ειδών) και superspecies (υπερείδος) είναι επίσης σε χρήση[12].

συστάδα [bluff]: μία επιμέρους δασική επιφάνεια, της οποίας η δομή, η σύνθεση, η ηλικία των δέντρων. οι συνθήκες αύξησης ή και οποιοδήποτε άλλο γνώρισμα της διαφέρει από το υπόλοιπο δάσος που την περιβάλλει και η οποία έχει τόση έκταση, ώστε να αποτελεί αντικείμενο ιδιαιτέρου δασοκομικού χειρισμού[3].

σφάγνο [sphagnum moss, peat moss]: το σφάγνο είναι μοναδικό γένος της οικογένειας των Σφαγνιδών (βρυόφυτα), του οποίου πολυάριθμα είδη και περί τις 500 ποικιλίες φυτρώνουν συνήθως εκεί όπου επικρατούν συνθήκες κορεσμού του ατμοσφαιρικού αέρα με υγρασία (υγροί τόποι, νερά, που λιμνάζουν, εδάφη με τέλματα) στα οποία και δημιουργούνται συχνά, σε μεγάλη έκταση, πυκνές αποικίες. Τα βρυόφυτα συγγενεύουν άμεσα με τα φυλλόβρυα[13]. Βλέπε και το άρθρο: Χώμα για Παχύφυτα.


σχετιζόμενο είδος [species affinis]: γνωστό και με τις συντομογραφίες aff., affin., cf.sp., είναι ταξινομική ορολογία στη ζωολογία και τη βοτανική. Στην ονοματολογία υποδηλώνει ότι, όπως τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία υποδηλώνουν, το προτεινόμενο είδος σχετίζεται με, έχει συγγένεια με, αλλά δεν είναι ταυτόσημο με, το είδος με το διωνυμικό όνομα που ακολουθεί[14]. Η λατινική λέξη affinis μπορεί να μεταφραστεί ως στενά συνδεδεμένο ή παρόμοιο με αυτό.

σωληνοειδή (άνθη) [tubular]: συμπέταλα άνθη σε σωληνοειδή μορφή. Παραδείγματα: Ipomoea lobata, Kniphofia sp., Eccremocarpus sp.[1].


__________
Παραπομπές

1. plantsdb.gr: Το Άνθος - Δομή, Μορφολογία και Λειτουργίες
2. academic: Σαξιφράγα
3. botany.gr: ορολογία Σ - Ω
4. wikipedia: shade tolerance
5. Inflorescence in Plants: 3 Important Types, Soumendra Kumar
6. wikipedia: Glossary of botanical terms
7. wikipedia: Stapeliae
8. A revised, phylogenetically-based concept of Ceropegia (Apocynaceae)
9. -
10. τοπικοποίηση: η βιο-οικο-καλλιέργεια φράουλας
11. βικιπαίδεια: Σύνθετα
12. wikipedia: species complex
13. academic: σφάγνο
14. dictionary of botanic terminology. cactus-art.biz.
15. POWO: γένος Saxifraga
.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου