⚠️ σε αυτό το ιστολόγιο διαβάζεις ξεκούραστα, δίχως παράθυρα να πετάγονται αριστερά/δεξιά, ⛔δίχως διαφημίσεις.
Το μόνο που χρειάζεται να κάνεις είναι να διαβάσεις αυτό το μήνυμα.

Παχύφυτα: ορισμός, εισαγωγή, είδη


ενημέρωση: 22 Μαρτίου 2019

Aloe 'Oik', ένα ιδιαίτερο υβρίδιο με έντονο χρώμα και υφή.

Στην βοτανική, τα παχύφυτα ή χυμώδη φυτά είναι φυτά που έχουν κάποια μέρη που είναι περισσότερο από ό,τι συνήθως παχιά και σαρκώδη, συνήθως για να συγκρατούν το νερό σε ξηρές κλιματολογικές ή εδαφολογικές συνθήκες. Τα παχύφυτα μπορούν να αποθηκεύουν νερό σε διάφορες δομές, όπως τα φύλλα, τους βλαστούς και τις ρίζες. Μερικές περιγραφές περιλαμβάνουν τις ρίζες, άλλες όχι. Έτσι στην πρώτη περίπτωση έχουμε τα γεώφυτα που επιβιώνουν κατά τις δυσμενείς περιόδους με τον μετασχηματισμό τους σε υπόγεια αποθηκευτικά όργανα. Τα γεώφυτα λοιπόν δύνανται να θεωρηθούν παχύφυτα. Ο όρος γεώφυτα είναι ένας όρος ομπρέλα που αναφέρεται στα βολβώδη φυτά, όλα όσα έχουν κάποιο είδος υπόγειου αποθηκευτικού οργάνου. Αυτά είναι: bulb, corm, tuber, rhizome. Τα παχύφυτα χωρίζονται πρωτίστως στις ακόλουθες κατηγορίες:

  • Παχύφυτα ρίζας
  • Παχύφυτα βλαστού
  • Παχύφυτα φύλλων
  • caudex· παχύκαυλα· βολβώδη


Παχύφυτα ρίζας
Τα παχύφυτα ρίζας είναι φυτά που αποθηκεύουν νερό σε διευρυμένο, εξειδικευμένο σπογγώδες τμήμα των ριζών τους· είναι φυτά με σαρκώδεις και χυμώδεις ρίζες.

Παχύφυτα βλαστού
Τα παχύφυτα βλαστού επιτελούν φωτοσύνθεση με τον βλαστό ή με μικρά και υποτυπώδη φύλλα, όπου αυτά εμφανίζονται. Αυτά τα παχύφυτα βλαστού χωρίζονται σε δυο κατηγορίες:

  • Αληθινά παχύφυτα: φυτά με μη ξυλώδες στέλεχος που έχουν εξειδικευμένους, σαρκώδεις, διογκωμένους, μαλακούς και χυμώδεις ιστούς σχεδιασμένους για τη διατήρηση μεγάλων ποσοτήτων νερού. Τα φυτά που ανήκουν σε αυτή την κατηγορία χωρίζονται περαιτέρω σε:
  • Ξυλώδη παχύφυτα: φυτά με ξυλώδες σύμπλεγμα υποστήριξης με μεγάλα παρεγχυματικά κενά όπου μπορούν να αποθηκευτούν μεγάλες ποσότητες νερού. Παραδείγματα: Aeschynanthus radicans, Hoya carnosa. Τα παχύφυτα με ξυλώδη βλαστό διεξάγουν φωτοσύνθεση και με τον βλαστό τους.
παχύφυτα, επίφυτα, ξυλώδη,
Στις δυο φωτογραφίες που παραθέτονται εδώ, βλέπουμε άφυλλα μοσχεύματα από Hoya carnosa τα οποία αφού τοποθετήθηκαν μέσα σε νερό, ανέπτυξαν ρίζες μέσα σε τρεις μόνο μέρες.


Παχύφυτα φύλλων
Τα παχύφυτα φύλλων είναι φυτά που αποθηκεύουν νερό σε διευρυμένο, εξειδικευμένο σπογγώδες τμήμα των φύλλων τους· είναι φυτά με σαρκώδη και χυμώδη φύλλα. Παραδείγματα περιλαμβάνουν τα παχύφυτα: X Alworthia 'Black Gem', Cotyledon tomentosa, Crassula ‘Gollum’ κ. α.

caudex· παχύκαυλα· βολβώδη
caudex: Το caudex (πληθυντικός caudices εσφαλμένα: caudexes) αναφερόταν εξ’ αρχής στο κωδίκιο, κώδικας, κώδιξ. Η λατινική λέξη caudex (και μετέπειτα επίσης γνωστή ως codex) σημαίνει κορμός δέντρου ή μεγάλο τμήμα ξύλου (που ήταν μέρος του «κώδικα» - βιβλίου). Τα πρώτα βιβλία στην αρχαιότητα κατασκευαζόταν από το εσωτερικό του φλοιού των δέντρων. Στη βοτανική το caudex αναφέρεται στη διεύρυνση ενός βλαστού, κλαδιού ή ρίζας ενός ξυλώδους φυτού που συνήθως χρησιμεύει για την αποθήκευση νερού. Είναι ένας υπέργειος ξυλώδης κόνδυλος στο επίπεδο του εδάφους, που σχηματίζεται από ένα στέλεχος, μια ρίζα ή και τα δύο. Τα φυτά με caudex χρησιμοποιούν τον εν λόγω υπέργειο ξυλώδη κόνδυλο για να αποθηκεύουν νερό και θρεπτικά συστατικά.

παχύκαυλα ή παχύκορμα (pachycauls): ετυμολογία: <παχύς + λατιν. caulis (καυλός)>. Το παχύκαυλο ή παχύκορμο θα μπορούσε να θεωρηθεί ενδεχομένως ως συνώνυμο του caudex, αλλά υπάρχουν κάποιες διαφορές ανάμεσα στα δυο. Ο όρος παχύκαυλο (ή παχύκορμο) αναφέρεται συνηθέστερα σε δέντρο με χοντρό και ιδιαίτερα κοντό κορμό, το οποίο έχει συνήθως ελάχιστα κλαδιά. Συνεπώς, το παχύκαυλο μπορεί να θεωρηθεί ως μια ενδιάμεση μορφή ανάπτυξης μεταξύ ενός τυποποιημένου δέντρου και ενός caudex.

βολβώδη: Τα βολβώδη παχύφυτα φέρουν βολβό που είτε είναι υπέργειος ή θαμμένος στο υπόστρωμα κατά το ήμισυ. Παραδείγματα: Ledebouria socialis, Ornithogalum caudatum.

διαφορές παχύφυτα, caudex, Sinningia leucotricha, caudiciform, Rhodiola rosea, pachycaul, παχύκαυλα, Adenium obesum, bulbous, βολβώδη, Ledebouria socialis
Στην εικόνα βλέπουμε κάποια παραδείγματα και τις διαφορές στη δομή τους, στα φυτά caudex - caudiciform - παχύκαυλα - βολβώδη


Στην φυτοκομική, ο όρος παχύφυτο χρησιμοποιείται μερικές φορές με τρόπο που αποκλείει τα φυτά τα οποία οι βοτανολόγοι θεωρούν ως παχύφυτα, όπως οι κάκτοι. Τα παχύφυτα συχνά καλλιεργούνται ως καλλωπιστικά φυτά λόγω της εντυπωσιακής και ασυνήθιστης εμφάνισής τους.

Τα παχύφυτα απαντούν σε όλο τον κόσμο, δεν τα βρίσκουμε μόνο σε ερήμους ή ξηρά κλίματα. Κάποια φυτά ενδέχεται να ανήκουν σε άνω της μια κατηγορίας. Παράδειγμα τα φυτά του γένους Hoya, τα οποία απαντούν σε τροπικές περιοχές, έχουν σαρκώδη φύλλα και είναι επίσης επίφυτα.

Σε πολλές οικογένειες φυτών βρίσκουμε φυτά τα οποία είναι παχύφυτα (άνω των 25 οικογενειών). Σε κάποιες οικογένειες ωστόσο, όπως τα Κακτοειδή (Cactaceae), Αειζωοειδή (Aizoaceae), Κρασσουλοειδή (Crassulaceae), τα περισσότερα φυτά είναι παχύφυτα. Τα ενδιαιτήματα αυτών των φυτών που εξοικονομούν νερό είναι συχνά περιοχές με υψηλές θερμοκρασίες και χαμηλές βροχοπτώσεις. Τα παχύφυτα έχουν τη δυνατότητα να ευδοκιμήσουν με περιορισμένες πηγές νερού, όπως η ομίχλη και η πάχνη. Στο τέλος της σελίδας υπάρχει μια λίστα όπου αναφέρονται τα είδη παχύφυτων αλφαβητικά κατά γένος.

Παχύφυτα: ορισμός

Όσοι δεν είχαν προηγούμενη εμπειρία καλλιέργειας φυτών εσωτερικού χώρου, ακούν τη λέξη παχύφυτο και καταλαβαίνουν ότι αναφέρεται σε κάποια κατηγορία φυτών. Τι σημαίνει όμως ο όρος παχύφυτο; Η λέξη succulent μεταφράζεται απευθείας ως «χυμώδης» και προέρχεται από τη λατινική λέξη sūcus, που σημαίνει χυμός από εκεί έχουμε το sūcŭlentus (χυμώδες). Ένας γενικός ορισμός για τα παχύφυτα είναι ότι αναφέρεται σε φυτά που είναι ανθεκτικά στην ξηρασία, στα οποία τα φύλλα, τα στελέχη ή οι ρίζες έχουν γίνει περισσότερο από ό,τι συνήθως σαρκώδη με την ανάπτυξη υδρόφιλου ιστού. Άλλες πηγές εξαιρούν τις ρίζες (τα παχύφυτα ρίζας), όπως στον ορισμό: «ένα φυτό με παχιά, σαρκώδη και διογκωμένα στελέχη ή/και φύλλα, προσαρμοσμένο σε ξηρά περιβάλλοντα». Η διαφορά αυτή επηρεάζει τη σχέση μεταξύ των παχύφυτων και των γεώφυτων - φυτών που επιβιώνουν των δυσμενών εποχών σε κατάσταση αδράνειας υπογείως, ως οφθαλμοί σε βολβούς. Αυτοί οι βολβοί και οι κόνδυλοι, είναι συχνά σαρκώδεις με υδρόφιλους ιστούς. Έτσι, αν συμπεριληφθούν στον ορισμό τα παχύφυτα ρίζας, πολλά γεώφυτα θα ταξινομηθούν ως παχύφυτα. Τα παχύφυτα που είναι προσαρμοσμένα για να ζουν σε ξηρό περιβάλλον, ονομάζονται ξηρόφυτα. Κάποια ξηρόφυτα έχουν περισσότερους τρόπους προσαρμογής σε έλλειψη νερού και μηχανισμούς εξοικονόμησής του νερού, όπως με την ανάπτυξη μικρών φύλλων τα οποία μπορούν να αναδιπλωθούν και συχνά τα ξηρόφυτα έχουν τραχιά/δερματώδη φύλλα και όχι χυμώδη. Δεν είναι όμως όλα τα παχύφυτα ξηρόφυτα, καθώς φυτά όπως η Crassula helmsii είναι τόσο παχύφυτα όσο και υδρόβια.

Εκείνοι που καλλιεργούν παχύφυτα ως χόμπι χρησιμοποιούν τον όρο με διαφορετικό τρόπο από τους βοτανολόγους. Σε φυτοκομική χρήση, ο όρος παχύφυτα εξαιρεί κανονικά τους κάκτους. Για παράδειγμα, το τρίτομο του Jacobsen ‘Handbook of Succulent Plants’ δεν καλύπτει τους κάκτους, και το ‘cacti and succulents’ είναι ο τίτλος ή μέρος του τίτλου πολλών βιβλίων που καλύπτουν την καλλιέργεια τόσο των κάκτων όσο και των παχύφυτων. Ένας λόγος που στη φυτοκομική οι κάκτοι θεωρούνται ως ξεχωριστή κατηγορία από τα παχύφυτα είναι επειδή τα παχύφυτα περιλαμβάνουν και άλλα φυτά που είναι τελείως διαφορετικά από τα κακτοειδή. Αυτά περιλαμβάνουν διάφορα τροπικά ή/και επίφυτα, όπως τα φυτά του γένους Hoya, όπως προαναφέρθηκε. Στη βοτανική ορολογία ωστόσο, οι κάκτοι θεωρούνται παχύφυτα. Κανονικά και οι ορχιδέες ανήκουν στα παχύφυτα, τουλάχιστον μια κατηγορία από τις ποικίλες που ανήκουν, καθώς και οι ορχιδέες έχουν παχιά φύλλα με υδρόφιλο ιστό όπου αποθηκεύουν νερό. Και υπάρχουν μάλιστα φυτά που ανήκουν και στις ορχιδέες και στα παχύφυτα - τα οποία αναφέρονται στην αλφαβητική λίστα πιο κάτω. Κάποια από αυτά περιλαμβάνουν τα γένη: Aerangis, Bulbophyllum, Cyrtorchis κ.α. Οι φυτοκόμοι ενδέχεται επίσης να αποκλείσουν άλλες κατηγορίες φυτών, π. χ. βρομέλιες. Στα παχύφυτα περιλαμβάνονται επίσης και φυτά με caudex, αυτά είναι φυτά με έναν υπέργειο ξυλώδη κόνδυλο στο επίπεδο του εδάφους, που σχηματίζεται από ένα στέλεχος, μια ρίζα ή και τα δύο.

Μια περαιτέρω δυσκολία είναι ότι συχνά τα φυτά δεν είναι ούτε χυμώδη ούτε μη χυμώδη. Σε πολλά γένη και οικογένειες υπάρχει μια συνεχής διαβάθμιση από φυτά με λεπτά φύλλα και φυσιολογικούς μίσχους σε εκείνα με σαφώς πολύ σκληρά και σαρκώδη φύλλα ή μίσχους. Συνεπώς, η κατηγοριοποίηση του τι είναι παχύφυτο είναι συχνά αυθαίρετη. Διάφορες πηγές μπορεί να ταξινομήσουν το ίδιο είδος διαφορετικά.

Παχύφυτα: εμφάνιση

Η αποθήκευση νερού συχνά δίνει στα παχύφυτα μια πιο διογκωμένη ή σαρκώδη εμφάνιση από άλλα φυτά, χαρακτηριστικά γνωστή ως ευχυμία (succulence). Εκτός από την ευχυμία, τα παχύφυτα έχουν και άλλα χαρακτηριστικά εξοικονόμησης νερού. Αυτά ενδέχεται να περιλαμβάνουν:

  • CAM φωτοσύνθεση για την ελαχιστοποίηση απώλειας νερού
  • απόντα, μειωμένα ή κυλινδρικά έως σφαιρικά φύλλα, τα οποία στην ουσία είναι φυλλοκλάδια
  • περιορισμένο αριθμό στομάτων (stomata)
  • κύρια λειτουργία της φωτοσύνθεσης στους βλαστούς - παρά στα φύλλα
  • συμπαγής - σαν μαξιλάρι - στηλοειδής ή σφαιρική μορφή ανάπτυξης
  • νευρώσεις που επιτρέπουν την ταχεία αύξηση του όγκου του φυτού και μείωση της επιφάνειας που εκτίθεται στον ήλιο
  • κηρώδης, τριχωτή ή σπειροειδής εξωτερική επιφάνεια για τη δημιουργία ενός υγρού μικροβιότοπου γύρω από το φυτό, η οποία μειώνει την κίνηση του αέρα κοντά στην επιφάνεια του φυτού μειώνοντας έτσι την απώλεια νερού δημιουργώντας σκιά
  • ρίζες πολύ κοντά στην επιφάνεια του εδάφους, έτσι ώστε να είναι σε θέση να απορροφήσουν την υγρασία από σύντομο ψιχάλισμα, ή ακόμη και από την πυκνή δροσιά
  • ικανότητα να παραμένουν στρουμπουλά και γεμάτα με νερό ακόμη και σε ακραίες εσωτερικές θερμοκρασίες (π. χ. 11℃ ή 52℃)
  • εξαιρετικά αδιαπέραστη εφυμενίδα
  • βλεννώδεις ουσίες, οι οποίες διατηρούν άφθονο νερό.


Παχύφυτα: γένη φυτών που ανήκουν στην κατηγορία παχύφυτα

Η ακόλουθη λίστα παρουσιάζει κατά αλφαβητική σειρά τα γένη των φυτών τα οποία ανήκουν στην κατηγορία: παχύφυτα. Αργότερα ενδέχεται να προστεθούν και οι κοινές ονομασίες, αλλά εάν πατήσετε στους ενεργούς συνδέσμους παρακάτω, θα μεταβείτε στη σελίδα του κάθε είδους, οπότε εκεί υπάρχουν όλες οι απαραίτητες πληροφορίες. Εάν δεν είστε σίγουροι εάν κάποιο φυτό ανήκει ή όχι στα παχύφυτα, μπορείτε πάντοτε να συμβουλεύεστε την ακόλουθη λίστα. Όπως προαναφέρθηκε, το εκάστοτε είδος ή και όλα τα είδη ενός γένους ενδέχεται να ανήκουν και σε μια ή περισσότερες άλλες κατηγορίες, π. χ. επίφυτα.

Γράμμα Aa
Abromeitiella, Absolmsia, Acanthocalycium, Acanthocereus, Acanthosicyos, Acampe, Acrodon, Acrosanthes, Actinanthella, Adansonia, Adenia, Adenium, Adromischus, Aechmea, Aeollanthus, Aeonium, Aeschynanthus, Aerangis, Aethephyllum, Agave, Agelanthus, Aichryson, Aizoanthemum, Aizoon, Albuca, Alluaudia, Alluaudiopsis, Aloe, Aloinopsis, Alsobia, Amaryllis, Amphibolia, Amphipetalum, Anacampseros, Ananas, Angolluma, Aneilema, Anredera, Ansellia, Antegibbaeum, Anthorrhiza, Anthospermum, Antimima, Apatesia, Apodanthera, Aptenia, Arctotheca, Arenifera, Argyroderma, Aridaria, Ariocarpus, Armatocereus, Arrojadoa, Arthraerua, Arthrocereus, Asclepias, Aspazoma, Aspidoglossum, Aspidonepsis, Astridia, x Astrolista, Astroloba, Astrophytum, Atriplex, Augea, Australluma, Austrocactus, Austrocylindropuntia, Avonia, Azorella, Aztekium

Γράμμα Bb
Baeriopsis, Basella, Baynesia, Beaucarnea, Begonia, Beschorneria, Bergeranthus, Bergerocactus, Bijlia, Blossfeldia, Bolusiella, Boophone, Boswellia, Bowiea, Brachycereus, Brachychiton, Brachystelma, Brandegea, Brasilicereus, Braunsia, Brianhuntleya, Brighamia, Brownanthus, BrowningiaBryophyllumBulbine, Bulbinella, Bulbophyllum, Bursera

Γράμμα Cc
Calamophyllum, Calandrinia, Calanthe, Calibanus, Callisia, Calymmanthium, Calyptrotheca, Caralluma, Carica, Carnegiea, Carpanthea, Carpobrotus, Carruanthus, Caryotophora, Catopsis, Caulipsolon, Cavanillesia, Ceiba, Cephalocereus, Cephalocleistocactus, Cephalopentandra, Cephalophyllum, Ceraria, Ceratosanthes, Cereus, Cerochlamys, Ceropegia, Chasmanthera, Chasmatophyllum, Chenopodium, Chortolirion, Chrysanthemoides, Cheiridopsis, Chirita, Chlorocyathus, Cibirhiza, Cintia, Cipocereus, Circandra, Cirrhopetalum, Cissus, Cistanthe, Citrullus, Cleistocactus, Cleretum, Clivia, Cnidoscolus, Coccinia, Codonanthe, Coleocephalocereus, Columnea, Commiphora, Conicosia, Connellia, Conophytum, Copiapoa, Corallocarpus, Corbichonia, Cordyline, Cordylogyne, Corpuscularia, Corryocactus, Coryphantha, Cotyledon, Coulterella, Crassocephalum, Crassula, Cremnophila, Crinum, Crithmum, Cryptolepis, Cryptostephanus, Cucumella, Cucumis, Cucurbita, CurioCussonia, Cyanotis, Cyclantheropsis, CylindrophyllumCylindropuntiaCynanchum, Cyphostemma, Cypselea, Cyrtanthus, Cyrtorchis

Γράμμα Dd
Dactyliandra, Dactylopsis, Dasylirion, Daubenya, Dauphinea, Decarya, DeeringiaDelonix, Delosperma, Dendrocereus, DendrophorbiumDendroportulaca, Dendrosicyos, Denmoza, DesmidorchisDeuterocohniaDicrocaulon, Didelta, Didierea, Didymaotus, Dinteranthus, Dioscorea, Diplosoma, Dischidia, Dischidiopsis, Discocactus, Disocactus, Disphyma, Dissocarpus, Dolichos, Dorstenia, Doyera, Dorotheanthus, Doryanthes, Dracaena, Dracophilus, Dregeochloa, Drimia, Drosanthemum, Dudleya, Duvalia, Duvaliandra, Dyckia

Γράμμα Ee
Eberlanzia, Einadia, Ebracteola, Echeveria, Echidnopsis, Echinocactus, Echinocereus, Echinopsis, Edithcolea, Emilia, Enarganthe, Enchylaena, Entandrophragma, Epiphyllum, EpisciaEpithelantha, Eremophea, Eremothamnus, Erepsia, Erianthemum, Eriosyce, Erythrina, Erythrophysa, Escobaria, Escontria, Espostoa, Espostoopsis, Esterhuysenia, Eucomis, Eulychnia, Eulophia, Euphorbia, Eureindra, Eustegia

Γράμμα Ff
Facheiroa, Fanninia, Faucaria, Fenestraria, Ferocactus, Fevillea, Ficus, Fockea, Fouquieria, Frailea, Frerea, Frithia, Furcraea

Γράμμα Gg
Galenia, Gasteria, Geohintonia, Gerrandanthus, Gibbaeum, Gisekia, Glossostelma, GlottiphyllumGonolobusGonostemonGrahamia, Graptopetalum, Greenovia, Gunniopsis, Gymnodiscus, Gymnocalycium, Gynostemma, Gynura

Γράμμα Hh
Haageocereus, Haemanthus, Hallianthus, Halopeplis, Halosarcia, Halosicyos, Hameria, Harrisia, Hartmanthus, Hatiora, Haworthia, Haworthiopsis, Hechtia, Heliophila, Helixanthera, HenckeliaHereroa, Herreanthus, Hesperaloe, Hesperoyucca, Hillardiella, Holubia, Hoodia, Hoya, Huernia, Huerniopsis, Hydnophytum, Hydrophylax, Hylocereus, Hylotelephium, Hymenogyne, Hypertelis

Γράμμα Ii
Ibervilla, Ihlenfeldtia, Impatiens, Imitaria, Ipomoea, Ischnolepis

Γράμμα Jj
Jacaratia, Jacobsenia, Jasminocereus, Jatropha, Jensenobotrya, Jordaaniella, Juttadinteria

Γράμμα Kk
Kalanchoe, Kedostris, Khadia, Kungia

Γράμμα Ll
Lachenalia, Lagenaria, Lampranthus, Lapidaria, Laportea, Larryleachia, Lasiocereus, Lavrania, Ledebouria, Leipoldtia, Lenophyllum, Leocereus, Lepidium, Lepismium, Leptocereus, Leuchtenbergia, Lewisia, LigulariaLimeum, Liparis, Lithops, Lopholaena, Lophophora, Lotononis

Γράμμα Mm
Machairophyllum, Maerua, Maihuenia, Maireana, Malacocarpus, Malacocera, Malephora, Mammillaria, Mammilloydia, Mandevilla, Manfreda, Marah, Marlothistella, Marsdenia, Massonia, Matelea, Matucana, Medinilla, Melocactus, Merremia, Mesembryanthemum, Mestoklema, Meterostachys, Meyerophytum, Micranthocereus, Mila, Miraglossum, Mitrophyllum, Momordica, Monadenium, Monanthes, Monilaria, Monoculus, Monsonia, Monvillea, Moringa, Mossia, Moquiniella, Mucizonia, Muiria, MurdanniaMyrmecodia, Myrmephytum, Myrtillocactus

Γράμμα Nn
Namaquanthus, Namibia, Nananthus, Nelia, Nematanthus, Neoalsomitra, Neobassia, Neobuxbaumia, Neohenricia, Neolloydia, Neoraimondia, Neorautanenia, Neoregelia, Neowerdermannia, Nidorella, Nolana, Nolina, NotechidnopsisNotonia

Γράμμα Oo
Oberonia, Obetia, Octopoma, Odontophorus, Odontostelma, Odosicyos, Oeceoclades, Oncocalyx, Oophytum, Operculicaria, Ophionella, Ophthalmophyllum, Opuntia, Orbea, Orbeanthus, Orbeopsis, Oreocereus, Ornithogalum, Orostachys, Oroya, Ortegocactus, Orthopterum, Oscularia, Osteocarpum, Osteospermum, Othonna, Ottosonderia, Oxalis

Γράμμα Pp
Pachycarpus, Pachycereus, Pachycormus, Pachycymbium, Pachyphytum, Pachypodium, Pachyrhizus, Parakeelya, Parapodium, Parasicyos, Parodia, Pectinaria, Pediocactus, Pedilanthus, Pedistylis, Pelargonium, Pelecyphora, Peniocereus, Peperomia, Pereskia, Pereskiopsis, Perrierastrum, Perrierosedum, Periglossum, Petopentia, Petrosedum, Phaneroglossa, Phedimus, Phiambolia, Phyllanthus, Phyllobolus, Phylohydrax, Phytolacca, Piaranthus, Pilea, Pilosocereus, PiperPistorinia, Pleiospilos, Plicosepalus, Plinthus, Plectranthus, Plumeria, Poecilolepis, Polaskia, Polianthes, Polyachyrus, Polymita, Polystachya, Pouzolzia, Portulaca, Portulacaria, Praecereus, Prenia, Prometheum, Psammophora, Pseudoacanthocereus, Pseudobombax, Pseudolithos, Pseudopectinaria, Pseudorhipsalis, Pseudosedum, Psilocaulon, Pterocactus, Pterodiscus, Pteronia, Puya, Pygmaeocereus, Pyrenacantha

Γράμμα Qq
Quaqua, Quiabentia

Γράμμα Rr
Rabiea, Raphionacme, Rauhia, Rauhocereus, Rebutia, Rhodiola, Rhagodia, Rhinephyllum, Rhipsalis, RhipsalidopsisRhombophyllum, Rhytidocaulon, Riocreuxia, Rosularia, Rotheca, Roycea, Rudolfiella, Ruschia, Ruschianthemum, Ruschianthus, Ruschiella

Γράμμα Ss
Salicornia, Salsola, Samaipaticereus, Sansevieria, Saphesia, Sarcocaulon, Sarcocornia, Sarcopilea, Sarcorrhiza, Sarcostemma, Sarozona(?), Scadoxus, Sceletium, Schismocarpus, Schizoglossum, Schlechteranthus, Schlechterella, Schlumbergera, Schreiteria, Schwantesia, Scilla, Sclerocactus, Sclerochlamys, Sclerolaena, Scopelogena, Sedella, Sedum, Seetzenia, Selenicereus, Sempervivum, Senecio, SeptimiaSeptulina, Sesamothamnus, Sesuvium, Sinningia, Sinocrassula, Skiatophytum, Smicrostigma, Solanecio, Solenostemon, Sphyrospermum, Squamellaria, Stapelia, Stapelianthus, Stapeliopsis, Stathmostelma, Stayneria, Stenocactus, Stenocereus, Stenomesson, Stenostelma, Stephania, Stephanocereus, Sterculia, Stetsonia, Stictocardia, Stoeberia, Stomatostemma, Stomatium, Streptocarpus, Strombocactus, Suaeda, SulcorebutiaSynadenium, Synaptophyllum, Syrigia

Γράμμα Tt
Tacinga, Talinella, Talinum Tanquana, Tapinanthus, Tavaresia, Tecticornia, Telfairia, Tetradenia, Tetragonia, Thelocactus, Thompsonella, Thorncroftia, Threlkeldia, Tillandsia, Tinospora, Titanopsis, Trachyandra, Trachycalymma, Tradescantia, Trianthema, Tribulocarpus, Trichocaulon, Trichocereus, Trichodiadema, Tridactyle, TridenteaTriplospermaTripogandra, Tripteris, Trochomeria, Trochomeriopsis, Tromotriche, Tulista, Tumamoca, Turbina, Turbinicarpus, Tylecodon, Tylophora, Tylosema

Γράμμα Uu
Uebelmannia, Umbilicus, Uncarina, Urginea

Γράμμα Vv
Vanheerdea, Vanilla, Vanwykia, Vanzijlia, Veltheimia, Villadia, Viscum, Vlokia, Vriesea

Γράμμα Ww
Weberbauerocereus, WeberocereusWeingartiaWhitesloanea, Woodia, Wooleya

Γράμμα Xx
Xanthorrhoea, Xerosicyos, Xysmalobium

Γράμμα Yy
Yucca, Yungasocereus

Γράμμα Zz
Zaleya, Zamioculcas, Zehneria, Zeuktophyllum, Zygophyllum, Zygosicyos


με πληροφορίες από: A Dictionary of Derivations, Or, An Introduction to Etymology, on a New Plan, to which is Appended a Classical Spelling Book σελ. 48 || wiktionary: caudex || βικιλεξικό: κῴδιον || βικιλεξικό: κώδικας || LatDict: caudex, caudicis || Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae: κώδιξ, κωδίκιο || Merriam-Webster: succulent || Anderson, Miles (1999), Cacti and Succulents : Illustrated Encyclopedia, Oxford: Sebastian Kelly, ISBN 978-1-84081-253-4 || Beentje, Henk (2010), The Kew Plant Glossary, Richmond, Surrey: Royal Botanic Gardens, Kew, ISBN 978-1-84246-422-9 || Compton, R.H., ed. (n.d.), Our South African Flora, Cape Times Ltd, OCLC 222867742 || Hecht, Hans (1994), Cacti & Succulents (p/b ed.), New York: Sterling, ISBN 978-0-8069-0549-5 || Hewitt, Terry (1993), The Complete Book of Cacti & Succulents, London: Covent Garden Books, ISBN 978-1-85605-402-7 || Innes, Clive & Wall, Bill (1995), Cacti, Succulents and Bromeliads, London: Cassell for the Royal Horticultural Society, ISBN 978-0-304-32076-9 || Jacobsen, Hermann (1960), A Handbook of Succulent Plants (Vols 1–3), Poole, Dorset: Blandford Press, ISBN 978-0-7137-0140-1 || Martin, Margaret J. & Chapman, Peter R. (1977), Succulents and their cultivation, London: Faber & Faber, ISBN 978-0-571-10221-1 || Rowley, Gordon D. (1980), Name that Succulent, Cheltenham, Glos.: Stanley Thornes, ISBN 978-0-85950-447-8 || forvo: sucus || britannica: succulent plant || britannica: houseplant succulents || latin dictionary: sūcus || jstor: caudex and caudiciform, definitions || latin dictionary: caulis || academic greek dictionary: καυλός |||
.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου