⚠️ σε αυτό το ιστολόγιο διαβάζεις ξεκούραστα, δίχως παράθυρα να πετάγονται αριστερά/δεξιά, ⛔δίχως διαφημίσεις.
Το μόνο που χρειάζεται να κάνεις είναι να διαβάσεις αυτό το μήνυμα.

Βοτανική Ορολογία :: Letter G

Letter G, g


Goeppertia [Γκεπέρτια]: φυλλοφόρα φυτά συγγενικά με τις Calathea. Στην εικόνα είναι η Goeppertia majestica 'Whitestar', μια από τις πιο εντυπωσιακές καλλιεργούμενες ποικιλίες του εν λόγω γένους φυλλοφόρων φυτών.


Βοτανική Ορολογία/Λεξικό/Γλωσσάρι/Φυσιολογία για ορχιδέες, παχύφυτα και εν γένει για καλλωπιστικά φυτά εσωτερικού χώρου


Πλοήγηση :: Όροι στα Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Πλοήγηση :: Ξενόγλωσσοι Όροι: A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
Για να βρείτε γρήγορα τον όρο αναζήτησης σε αυτήν τη σελίδα, πατήστε Ctrl + F ή ⌘-F (Mac) και χρησιμοποιήστε το πεδίο εύρεσης.

ενημέρωση: 18 Φεβρουαρίου 2019

gaertneri [γκαρτνέρι]: για τον Καρλ Γκάρτνερ (Karl F. Gaertner, ca. 1850), ιατρός γερμανικής καταγωγής στο Μπλουμένο της Βραζιλίας. Βλέπε και Hatiora gaertneri.

Gasteria [Γαστερία]: ονομασία γένους παχύφυτων που ανήκουν στην οικογένεια Ασφοδελοειδή της τάξης Ασπαραγώδη, με 22 περίπου καταγεγραμμένα είδη[9]. Ετυμολογία: <αρχαία ελλην.: γαστήρ (στομάχι· το τμήμα του κορμού από το στήθος έως τη λεκάνη που περιέχει τα σπλάχνα)[1, 2]. Αναφέρεται στο φουσκωμένο περιάνθιο της βάσης[3]. Βλέπε και τα είδη: Gasteria batesiana 'Barberton', Gasteria 'Little Warty'.

generic name: η ονομασία γένους· το όνομα γένους σε ένα διώνυμο.

gentlei [τζεντλέι]. Βλέπε και Callisia gentlei var. elegans.

Gesneriaceae: Γεσνεριοειδή

gettleffii [γκετλεφίι]: ονομασία είδους εις τη μνήμη του Τζορτζ Γκέτλιφ (George Gettliffe, 1873-1948) από τη Νότια Αφρική, ο οποίος συνέλεγε τακτικά το συγκεκριμένο είδος σε απομακρυσμένες περιοχές[4]. Το επίθετό του δημοσιεύτηκε αρχικώς εσφαλμένα ως 'Gettleffi'[5, 6]. Βλέπε και: Gonostemon gettliffei.

gettliffei [γκετλιφέι]: ονομασία είδους εις τη μνήμη του Τζορτζ Γκέτλιφ (George Gettliffe, 1873-1948) από τη Νότια Αφρική, ο οποίος συνέλεγε τακτικά το συγκεκριμένο είδος σε απομακρυσμένες περιοχές[4]. Βλέπε και: Gonostemon gettliffei.

glabella [λεία]: ονομασία είδους για την Peperomia glabella. Ετυμολογία: <λατιν. glabellus (επίθετο), υποκοριστικό του glaber (λεία, ομαλή)[8]>. Βλέπε και Peperomia x glabella.

glandular hairsτρίχωμα αδενώδες
glochid: γλωχίδιο

Gloriosa [Εύδοξη]: ονομασία γένους τροπικών ανθοφόρων φυτών στην οικογένεια Κολχικοειδή (Colchicaceae) με 11 - επί του παρόντος - καταγεγραμμένα είδη[10]. Ετυμολογία <λατιν. glōrĭōsus (εύδοξος, ένδοξος)>. Βλέπε και για την τοξικότητα αυτών των φυτών.

glycoside: γλυκοσίδη

Goeppertia [Γκεπέρτια]: ονομασία γένους φυτών που ανήκουν στην οικογένεια Μαραντοειδή της τάξης Ζιγγιβερώδη. Ετυμολογία: προς τιμήν του Γερμανού βοτανολόγου και παλαιοντολόγου Γιόχαν Χάινριχ Ρόμπερτ Γκέπερτ (Johann Heinrich Robert Goeppert, 1800-1884). Βλέπε και Goeppertia majestica 'Whitestar'.

Gonostemon [Γονοστήμον]: ονομασία γένους. <γόνος: που παράγει, που πολλαπλασιάζεται (για τις συστάδες βλαστών που αναπτύσσει) + στήμονας>. Βλέπε και: Gonostemon gettliffei.

graft, scion: μπόλι
grafting: μπόλιασμα

grandiflora, grandiflorus [μεγανθής ο, η]: για το μεγάλο μέγεθος του άνθους/ανθοφορίας. Ετυμολογία: <λατιν. grandis (μεγάλο) + λατιν. florus (ανθοφορία)>. Ο επιθετικός προσδιορισμός grandiflorus/grandiflora είναι ο συχνότερα χρησιμοποιούμενος, καθώς απαντά σε 21 ταξινομικές βαθμίδες. Βλέπε και Stapelia grandiflora.

graveolens [βαρύοσμο]: για το δυνατό άρωμα των φύλλων όταν συνθλίβονται[3]. Ετυμολογία: <λατιν. grăvis (βαρύ) + λατιν. olēns (μυρωδιά)>. Βλέπε και Peperomia graveolens.

green thumb [πράσινος αντίχειρας]: ένας ιδιωματισμός, μια έκφραση που χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη δεξιότητα κάποιου στην κηπουρική ή στην καλλιέργεια φυτών και στη διατήρησή τους σε υγιή κατάσταση. Παράδειγμα: «Δεν μπόρεσα να κρατήσω αυτό το τόσο εύκολο στη φροντίδα φυτό ζωντανό. Δεν έχω πράσινο αντίχειρα 🙁».

gregorii [γκρεγκορίι]: ονομασία είδους για τον Αύγουστο Γρέγκορι (Augustus C. Gregory, 1819-
1905) ο οποίος ανακάλυψε τη συγκεκριμένη ταξινομική βαθμίδα κατά τη διάρκεια της εξερευνητικής αποστολής στη Βόρεια Αυστραλία το 1855-1856[3]. Βλέπε και Kleinia gregorii.

grex/grexes: ο όρος grex (πληθ. greges ή grexes, συντομογραφία gx), είναι ένας νεολογισμός που προέρχεται από το λατινικό ουσιαστικό grex, gregis (κοπάδι, σμήνος). Δημιουργήθηκε για να επεκτείνει τη βοτανική ονοματολογία για να περιγράψει τα υβρίδια ορχιδέων, βασισμένα αποκλειστικά στην προέλευσή τους. Τα grex ονόματα είναι μία από τις τρεις κατηγορίες ονομασιών φυτών που διέπονται από τον Διεθνή Κώδικα Ονοματολογίας των Καλλιεργούμενων Φυτών. Μέσα σε μια ομάδα grex η κατηγορία της ποικιλίας μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να αναφερθεί στα φυτά βάσει των κοινών χαρακτηριστικών τους (και όχι ως προς την προέλευσή τους) και μεμονωμένα φυτά ορχιδεών μπορούν να επιλεγούν (και να πολλαπλασιαστούν) και να κατονομαστούν ως καλλιεργούμενες ποικιλίες.

guttation [εκροή νερού από τα φύλλα]: αυτό το φαινόμενο είναι μια απολύτως φυσική διαδικασία που ονομάζεται guttation και συνεπάγεται την απελευθέρωση της περίσσειας ποσότητας νερού μέσα από ανοίγματα (πόρους) στο περιθώριο των φύλλων γνωστά ως υδατοδοί ή αδένες φύλλων. Βοηθά στην απελευθέρωση της εσωτερικής πίεσης νερού σε περιόδους χαμηλότερων θερμοκρασιών και υψηλής υγρασίας (συνήθως τη νύχτα) όταν η εξατμισοδιαπνοή είναι ανενεργή λόγω κλειστών στοματίων. Οι ρίζες δεν μπορούν να σταματήσουν την πρόσληψη νερού που προκαλεί εσωτερική υπερβολική πίεση. Αυτή η θετική ριζική πίεση πρέπει να βρει μια απελευθέρωση και η περίσσεια νερού απελευθερώνεται μέσω των υδατοδών στο περιθώριο των φύλλων[7]. Βλέπε και: Crassula streyi και Crassula multicava 'Purple Dragon' όπου αυτό το φαινόμενο εμφανίζεται.

Gynura [Γυνούρα]: ονομασία γένους φυτών στην οικογένεια των Αστεροειδών ή Σύνθετων[3]. Ετυμολογία: <gyne (γυνή, γυναίκα) για το γυναικείο σεξουαλικό όργανο + oura (ουρά)> αναφέρεται στο χνουδωτό άκρο του στίγματος του άνθους. Βλέπε και: Gynura aurantiaca.


__________
Παραπομπές

1. βικιλεξικό: γαστήρ
2. lexigram.gr: γαστήρ
3. Etymological Dictionary of Succulent Plant Names - Urs Eggli, Leonard E. Newton
4. Botanical Exploration Southern Africa, Mary Gunn, L. E. W. Codd
5. IPNI: Stapelia gettliffei
6. PlantZAfrica: Stapelia L.
7. jaconel.com: guttation
8. Oxford Dictionaries: glabella
9. POWO: γένος Gasteria
10. POWO: γένος Gloriosa
.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου